Η ανεπάρκεια βιταμίνης D είναι μια συχνή κλινική κατάσταση στους ηλικιωμένους, που συχνά παραμένει αδιάγνωστη ή υποθεραπεύεται.

 

Πως προκαλείται η έλλειψη βιταμίνης D;

Τις περισσότερες φορές προκαλείται από ανεπαρκή έκθεση στον ήλιο ( η κύρια πηγή της βιταμίνης D) αλλά και από ανεπαρκή διαιτητική πρόσληψη βιταμίνης D.
Η πρόσληψη βιταμίνης D με συμπληρώματα διατροφής είναι απαραίτητη για τη διατήρηση επαρκών επιπέδων της βιταμίνης D στο αίμα.

Ποια η συνιστώμενη ημερήσια δόση και ποια τα φυσιλογικά επίπεδα στο αίμα;

Για τους υπερήλικες, το Ινστιτούτο της Ιατρικής (Institute of Medicine, IOM) συστήνει την ημερήσια πρόσληψη 800 IU βιταμίνης D με επιθυμητά επίπεδα >20ng/gl, για την διατήρηση της σκελετικής υγείας και την μείωση των καταγμάτων, ενώ η Ενδοκρινική Εταιρεία και η Αμερικανική Γηριατρική Εταιρεία προτείνει επίπεδα 30 mg/dl.

Συσχέτιση ανεπάρκειας βιταμίνης D με τη λειτουργικότητα, τη νοητική έκπτωση και τις πτώσεις.

Σε πρόσφατη μελέτη διερευνήθηκε η επίδραση της ανεπάρκειας της βιταμίνης D στην λειτουργικότητα και τις πτώσεις σε γυναίκες > 65 έτη που διαβιούν σε Ιδρύματα μακροχρόνιας φροντίδας.

Οι γυναίκες μελετήθηκαν ως προς τα επίπεδα της βιταμίνης D και το επίπεδο της λειτουργικότητας στο ξεκίνημα της μελέτης και μετά 1 έτος και 2 έτη.

Όλες οι γυναίκες έλαβαν συμπληρώματα βιταμίνης D στη συνιστώμενη δόση 800 IU. Γυναίκες με ανεπάρκεια βιταμίνης D και τιμές < 20 ng/dl ελάμβαναν αρχικά 50.000 IU/ εβδομάδα για 8 εβδομάδες, ώστε να εξασφαλιστούν επίπεδα βιταμίνης D >20 ng/dl.
ανεπάρκεια βιταμίνης D

Στις γυναίκες αυτές, εξετάσθηκε η λειτουργικότητα στις καθημερινές δραστηριότητες και η φυσική κατάσταση (με την εκτίμηση του χρόνου που απαιτείται για την έγερση από την καθιστή θέση αλλά και την ταχύτητα της βάδισης σε απόσταση 6 μέτρων).
Επιπρόσθετα, εκτιμήθηκε η γνωστική λειτουργία  αλλά και ο αριθμός των πτώσεων.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι γυναίκες που στην αρχή της μελέτης είχαν χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D, παρουσίαζαν χαμηλά επίπεδα λειτουργικότητας 2 έτη μετά, παρά την θεραπευτική αποκατάσταση των επιπέδων της βιταμίνης D σε τιμές > 20ng/dl.

Πιο συγκεκριμένα, οι γυναίκες με αρχική ανεπάρκεια βιταμίνης D, χρειάζονταν περισσότερο υποστήριξη στην διεκπεραίωση των καθημερινών δραστηριοτήτων και είχαν μεγαλύτερη δυσκολία στη φυσική δραστηριότητα.

Επιπλέον, παρουσίασαν μεγαλύτερη έκπτωση στην νοητική λειτουργία, ενώ είχαν περισότερες πτώσεις.

Αντίθετα, γυναίκες που είχαν εξαρχής και μέχρι το τέλος της μελέτης ικανοποιητικά επίπεδα βιταμίνης D πάνω από 30 ng/dl και πλησιέστερα στο 40 ng/dl παρουσίασαν μικρότερη λειτουργική και νοητική έκπτωση.

Συμπερασματικά:

βιταμίνη D, οστεοπόρωση, έλλειψη βιταμίνης D

 

 

 

 

Τα επίπεδα 20 ng/dl θεωρούνται ικανοποιητικά μόνο όσον αφορά τη σκελετική υγεία και την μείωση της πιθανότητας να συμβούν κατάγματα σε αυτό τον πληθυσμό.

• Για την καλή λειτουργικότητα, την επιβράδυνση της νοητικής έκπτωσης και την μείωση των πτώσεων στον υπερήλικα, απαιτούνται υψηλότερα επίπεδα βιταμίνης D μεταξύ 30 και 40 ng/dl.

•Η μείωση των πτώσεων σχετίζεται με την μεγαλύτερη μυϊκή ισχύ (καλύτερη δύναμη) των κάτω άκρων αλλά και την βελτιωμένη ισορροπία , που παρατηρείται σε άτομα με επαρκή επίπεδα βιταμίνης D.

• Εφόσον, η μείωση του αριθμού των πτώσεων σχετίζεται άμεσα με τον κίνδυνο να συμβεί ένα κάταγμα, γίνεται αντιληπτό πόσο σημαντική είναι η αποκατάσταση της έλλειψης (<10 ng/dl) ή ανεπάρκειας της βιταμίνης D σε υψηλότερα επίπεδα (30-40 ng/dl).

• Παράλληλα μεγάλη σημασία έχει η έγκαιρη διαπίστωση των χαμηλών επιπέδων της βιταμίνης D και η άμεση αναπλήρωσή της, ιδιαίτερα σε ευπαθείς (frail) υπερήλικες γυναίκες.

• Και αυτό, γιατί αν η ανεπάρκεια της βιταμίνης D παραμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα, η καθυστερημένη αποκατάσταση των επιπέδων της βιταμίνης D μπορεί να μην επαρκεί για να αναστρέψει τις αρνητικές συνέπειες της μακροχρόνιας ανεπάρκειάς της.

• Πράγματι, άτομα με μακροχρόνια ανεπάρκεια έχουν χαμηλότερο επίπεδο λειτουργικότητας, μεγαλύτερο αριθμό πτώσεων και μεγαλύτερη νοητική έκπτωση, κατάσταση η οποία επιδεινώνεται περισότερο με την πάροδο της ηλικίας σε σύγκριση με αυτά που διατηρούν πάντα καλά επίπεδα βιταμίνης D.

• Βέβαια, η ευπάθεια (frailty) του υπερήλικα που συμβαίνει σταδιακά με την πάροδο της ηλικίας, είναι ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο και τα συμπληρώματα βιταμίνης D μπορεί να μην επαρκούν από μόνα τους για να αντιμετωπίσουν την εξέλιξή της, που σχετίζεται με τη γήρανση.